-
1 ιαμβική
-
2 ἰαμβικῇ
-
3 ιαμβική
-
4 ἰαμβική
-
5 ἰαμβικός
-
6 κατακλεις
εῖδος ἥ1) задвижка, засов Arph.2) чека(κατακλεῖδες τῶν ἀξόνων Diod. - v. l. κατακλίσεις)
3) стих. заключение (стиха), окончание -
7 τριστιχία
τρι-στῐχία, ἡ,A triple row, Gal.14.771.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τριστιχία
-
8 ἰδέα
A form,ἰδέᾳ καλός Pi.O.10(11).103
, cf. Theoc.29.6;τὴν ἰ. πάνυ καλός Pl.Prt. 315e
;τὴν ἰ. μοχθηρός And.1.100
, cf. Ar.Av. 1000;ἰδέην ὁρέων Hdt.1.80
; opp. χρῶμα, Id.4.109; opp. μέγεθος, Pl.Phd. 109b (pl.);ἡ ἰ. αὐτοῦ ἦν ὡς ἀστραπή Ev.Matt.28.3
, etc.; of the elementary shapes,ἄτομοι ἰδέαι Democr.
ap.Plu.2.1111a codd., cf. Fr. 141 D.; of the four elements, Philistion ap.Anon.Lond.20.25.3 kind, sort,φύλλα τοιῆσδε ἰδέης Hdt.1.203
; φύσιν παρέχονται ἰδέης τοιήνδε [οἱ ποτάμιοι ἵπποι] Id.2.71; ἐφρόνεον διφασίας ἰ. they conceived two modes of acting, Id.6.100, cf. 119; τὰ ὄργι' ἐστὶ τίν' ἰ. ἔχοντά σοι; what is their nature or fashion? E.Ba. 471; ἑτέραν ὕμνων ἰ. Ar.Ra. 384; καινὰς ἰ. εἰσφέρειν new forms of comedy, Id.Nu. 547; τίς ἰ. βουλεύματος; Id.Av. 993; πᾶσα ἰ. θανάτου every form of death, or death in every form, Th.3.81, cf. 83, 2.51;πολλαὶ ἰ. πολέμων Id.1.109
;ἡ ὑπάρχουσα ἰ. τῆς παρασκευῆς Id.4.55
; πᾶσαν ἰδέαν πειράσαντες having tried every way, Id.2.19; τῇ αὐτῇ ἰ. Id.3.62, 6.76; οὐκ ἐν ταῖς αὐταῖς ἰ. not in the same relations, Isoc.3.44: εἰς μίαν τινὰ ἰ. into one kind of existence, Pl.Tht. 184d;ἄλλη ἰ. πολιτείας Id.R. 544c
, etc.;ἀγοραίας.. ἰδέας τοῦ βίου Epicur.Fr. 196
.4 esp. in Rhet., etc., of literary form,ἀμφοτέραις ταῖς ἰδέαις κατεχρήσαντο πρὸς τὴν ποίησιν Isoc.2.48
, cf. 15.47,183; ἡ ἰαμβικὴ ἰ. Arist. Po. 1449b8, cf. 1450b34, Rh.Al. 1425a9, etc.; ἡ ἐν τῷ λέγειν ἰ. Phld. Rh.2.258 S.II in Logic,= εἶδος, class, kind: hence, principle of classification,ἔφησθα.. μιᾷ ἰδέᾳ τά τε ἀνόσια ἀνόσια εἶναι καὶ τὰ ὅσια ὅσια Pl.Euthphr.6d
, cf. Phdr. 265d. Sph. 253d, etc.2 pl. in Platonic Philosophy, ideal forms, archetypes,τὰς.. ἰ. νοεῖσθαι μέν, ὁρᾶσθαι δ' οὔ Id.R. 507b
, cf. 596b,al., Arist.Metaph. 990a34, al., EN 1096a17: also in sg., ἡ τοῦ ἀγαθοῦ ἰ. Pl.R. 508e, al., cf. εἶδος.3 notion, idea,προάγειν τὸν ἀποκρινόμενον ἐπὶ τὴν ἰ. ἀγνοουμένου πράγματος Nausiph.2
. (Written εἰδέα in later Greek, as PGen.16.17 (iii A.D.), v.l. in Ev.Matt.28.3.) -
9 ἰαμβικός
См. также в других словарях:
ἰαμβικῇ — ἰαμβικός of invective fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰαμβική — ἰαμβικός of invective fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ιαμβικός — ή, ό (Α ἰαμβικός, ή, όν) [ίαμβος] 1. (για στίχους) αυτός που αποτελείται από ιάμβους 2. φρ. (ελλ. μουσ.) «ιαμβικό γένος» ένα από τα ρυθμικά γένη τής ελληνικής παραδοσιακής μουσικής, από την αρχαιότητα ώς τις μέρες μας, το οποίο χαρακτηρίζεται από … Dictionary of Greek
ταυτοποδία — ἡ, Α η επανάληψη τού ίδιου πόδα σε έναν στίχο («εἰ δὲ [γράφεται] χρόνους τ ἐτῶν ιαμβική ταὐτοποδία»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ταὐτ(ο) / ταυτ(ο) * + ποδία (< πούς, ποδός), πρβλ. πολυ ποδία] … Dictionary of Greek
Κρόνιος στίχος — (Saturnius versus). Ο εθνικός στίχος των Ρωμαίων, σύμφωνα με την παλαιά λατινική μετρική. Απαρτίζεται από δύο τριποδίες, η πρώτη ιαμβική και η δεύτερη τροχαϊκή. Συχνά, στον ίδιο στίχο δύο ή περισσότερες λέξεις αρχίζουν από το ίδιο γράμμα ή από τα … Dictionary of Greek
ιαμβικός — ή, ό αυτός που αποτελείται από ιάμβους ή έχει το ρυθμό του ιάμβου: Ιαμβικός στίχος. – Ιαμβική ποίηση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τετραποδία — η 1. σύνολο τεσσάρων μετρικών ποδών: Ιαμβική τετραποδία. 2. μήκος τεσσάρων ποδών … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)